Ο εγκέφαλος γίνεται σιγά-σιγά ο πνεύμονας της Τουανέτ*. Τα πάντα πλέον αποδίδονται σε αυτόν. Μετά την αποκρυπτογράφηση του γονιδιώματος, οι τεχνικές εξελίξεις της επιστήμης μάς υπόσχονται την εξιχνίαση –σύντομα, ασφαλώς...– και των τελευταίων μυστικών της λειτουργίας του εγκεφάλου. Νευρο-αυτό, νευρο-εκείνο, οι ελπίδες είναι μεγάλες, η πρόοδος εμφανής.
Αξιοσημείωτο είναι πως αντικείμενο αυτών των προσπαθειών δεν γίνονται πια μόνο οι νευρολογικές διαταραχές, ή ακόμα η λεγόμενη ανάπτυξη της νοημοσύνης. Τώρα, είναι στο στόχαστρο και εμπλέκονται όλες οι διαστάσεις του είναι και της σκέψης. Τα συναισθήματα, τα αισθήματα, η νεύρωση, η σεξουαλικότητα, η αγάπη, το μίσος και η ευτυχία –τίποτα πια δεν ξεφεύγει. Η «νοητική ζωή»1 έχει, το δίχως άλλο, εξασφαλισμένη την πρόσβασή της στις τάξεις της επιστήμης και σε μια «αντικειμενική» θεραπεία. Το ίδιο το ασυνείδητο ακούγεται σαν το τελευταίο οχυρό του οποίου θα βρούμε το νευρολογικό κλειδί. Εξ ου και οι περιπλανήσεις στις οποίες χάνονται ορισμένοι, συμπεριλαμβανομένων και κάποιων ψυχαναλυτών προφανώς, προς μια πιθανή «αποστεγανοποίηση» των κλάδων: ο εγκέφαλος παρουσιάζεται ως ο «φυσικός» κοινός παρονομαστής της υπόθεσης ότι το ψυχικό είναι εγκεφαλικό.
Ας μη γελιόμαστε: το ασυνείδητο της ψυχανάλυσης είναι καλύτερα να το σκοτώσουμε. Στόχος είναι η διόρθωση του λάθους του Φρόιντ, ο οποίος, σαν τον Χριστόφορο Κολόμβο, θα ανακάλυπτε κάτι άλλο από αυτό που πίστευε.2 Ζήτω το γνωσιακό ασυνείδητο, μέσω του οποίου το ασυνείδητο υποβαθμίζεται σε αυτό που ούτε ο Φρόιντ ούτε ο Λακάν δεν ήθελαν να είναι: μη-συνειδητές διαδικασίες. Εδώ συναντάμε το σχέδιο να θεμελιωθεί η γνωσιακή προσέγγιση πάνω στο ίδιο το ασυνείδητο.
Το αληθινό πάντρεμα, όμως, είναι αλλού. Η πρόοδος της επιστήμης, σε συνδυασμό με την τεχνική εξέλιξη, θεμελιώνει, την εποχή που η παραγωγή έγινε παγκόσμιο κύριο σημαίνον, έναν λόγο ποσοτικοποίησης που σαρώνει τα πάντα. Ο γνωσιακός υλισμός, και η πίστη του πως ο άνθρωπος είναι ένα μηχάνημα που επεξεργάζεται πληροφορίες, έχει βρει στον εγκέφαλο το μείζον αντικείμενό του.3 Είναι αυτό που του επιτρέπει να κρύψει καλύτερα τη συμπεριφοριστική του προέλευση ή να της ξαναδώσει μια αίγλη, από τη στιγμή που η εφαρμογή της στο πεδίο του ανθρώπινου προκαλούσε, μέχρι πρόσφατα ακόμη, ντροπή. Η γνωσιακή προσέγγιση πασχίζει να νομιμοποιήσει τον αναγωγισμό που την εγκατοικεί: αυτόν που ανάγει την ποιότητα σε ποσότητες. Η αξιολόγηση είναι το λειτουργικό όργανο και η ιδεολογία της. Το λίγο, πολύ, παράφορα εφαρμόζεται πλέον σε όλα τα πεδία και το «επίθημα νευρο- είναι η μορφή που παίρνει ο αριθμός όταν έρχεται να αιχμαλωτίσει το ψυχικό».4 Η εγκεφαλική απεικόνιση δίνει σε αυτές τις μετρήσεις και τους συσχετισμούς, στο πλαίσιο των οποίων όλα μπορούν να συγκριθούν, ένα δήθεν επιστημονικό υπόστρωμα –σχετικά με το οποίο οι πιο έντιμοι λένε, μερικές φορές, πως δεν ξέρουν τι συμπέρασμα να βγάλουν από αυτό-, με βάση το οποίο, όμως, συνάγονται νοητικές διαδικασίες και θεραπευτικές λύσεις που, τις περισσότερες φορές, δεν οδηγούν και πολύ μακριά. Το PIPOL 9 θα προσπαθήσει να ιχνηλατήσει αυτή την ακτινοσκόπηση των νευροεπιστημών.
Το άτομο γοητεύεται από αυτή την πρόταση να ταυτιστεί με τον οργανισμό του5 μέσω της μέτρησης. Αρέσκεται να φαντάζεται πως είναι ένα μηχάνημα και δεν το απωθεί να βλέπει τη λειτουργία του εγκεφάλου του να συγκρίνεται με έναν υπολογιστή που διαθέτει απίστευτες δυνατότητες. Πιστεύει πως βρίσκει, μέσω των αριθμητικών υπολογισμών, μια ασφάλεια και την ύπαρξη του είναι του, που δεν παύει να του διαφεύγει και το οποίο το άτομο δεν παύει να θέλει να συναντήσει. Βρίσκει επίσης εκεί ένα ιδανικό ισότητας –όλοι ίδιοι και συγκρίσιμοι– ταιριαστό με τον δημοκρατικό προβληματισμό. Ο πολιτικός βρήκε, από τότε που ανέλαβε να ασχοληθεί με την υγεία και την ευτυχία των λαών –πράγμα που, από μία άποψη, δεν είναι να μας καθησυχάζει– έναν σύμμαχο στη διακυβέρνηση και τον έλεγχο των πληθυσμών. Αύξηση και βελτιστοποίηση, καθώς επιδιορθώνεται ό,τι καταλήγει στριμωγμένο στην κατηγορία της γνωσιακής πλάνης ή της υπο-χρησιμοποιούμενης δυνατότητας: αυτές είναι οι υποσχέσεις για ένα λαμπρότερο αύριο. Η καμπύλη συχνά δεν είναι, βέβαια, αυτή που προσδοκάται –βλέπετε, ο εγκέφαλος είναι ένα πολύπλοκο μηχάνημα! Όμως η υπόσχεση της ίασης της δυσφορίας στον πολιτισμό παραμένει· η σαγήνη καλά κρατεί.
Έτσι θα συνεχιστεί η κατάσταση. Προς το καλύτερο...και προς το χειρότερο. Η ενδοβολή του υπερεγώ της παραγωγής, Να είσαι αποδοτικός! –Απόλαυσε!, θα έλεγε ο Ζακ Λακάν – δεν άργησε να παραγάγει τα ανάλογα αποτελέσματα: την επαγγελματική εξουθένωση του burnout, την αυτοκτονία στην εργασία, τον εθισμό, την κατάθλιψη, τη βία, τον αποκλεισμό, τις διακρίσεις και το μίσος για το διαφορετικό. Όταν δεν έχει αυτή τη θανατηφόρα ένταση, η νέα προσταγή που υπαγορεύει να γίνει κανείς κύριος του εαυτού του και του σώματός του μέσα σε μία σχέση ευεξίας συναντά τα παράδοξα της απόλαυσης που απομονώνει η εμπειρία μιας ψυχανάλυσης. Δηλαδή, τη δυσφορία και την ανησυχία, όχι του ατόμου αλλά αυτού που αποκαλούμε, μαζί με τον Λακάν, διχασμένο υποκείμενο, το οποίο δεν είναι ποτέ όμοιο και διάφανο προς τον ίδιο του τον εαυτό, το οποίο παραμένει μη ομοιογενές, αταξινόμητο, μη συγκρίσιμο. Εν συντομία, αυτό στο άτομο που προκαλεί «την αποτυχία των καλύτερα σχεδιασμένων αλγορίθμων [...] των πιο στιβαρών υπολογισμών που ισχυρίζονται ότι εξηγούν τα πάντα, αξιολογούν τα πάντα, προβλέπουν τα πάντα»,6 και όλα αυτά, βέβαια, μέσω των συνάψεων των νευρώνων και των δραστηριοτήτων του εγκεφάλου.
Μια ηθική της επιθυμίας αντιτίθεται σε αυτό τον πολιτισμό των αριθμών και της εγκεφαλικής απεικόνισης. Το ασυνείδητο, το ασυνείδητο της ψυχανάλυσης, το μαρτυρά. Όχι, το ασυνείδητο δεν είναι μια μνήμη, έστω θαμμένη, ξεχασμένη, μη-συνειδητή. Δεν είναι ούτε το ίχνος που άφησε η εμπειρία, κάτι που θα μαρτυρούσε την πλαστικότητα των νευρώνων. Αν ο Φρόιντ και ο Λακάν μπόρεσαν να διερευνήσουν αυτά τα μονοπάτια, ήταν για να συμπεράνουν, τελικά, με βάση την εμπειρία, ότι το ασυνείδητο το οποίο συναντάμε μέσω της ψυχανάλυσης μαρτυρά ένα ιδιαίτερο, δικό του πραγματικό. Η εμπειρία μιας ψυχανάλυσης δεν λέει τίποτα στον εγκέφαλο. Το PIPOL 9 θα συγκεντρώσει μαρτυρίες προς επίρρωση αυτού.
Αυτό που μαρτυρά η συσσωρευμένη εμπειρία της ψυχανάλυσης είναι μια εξέγερση του συμπτώματος ενάντια στην καταναγκαστική κατηγοριοποίηση, στην οποία το υποκείμενο αρνείται να υποβιβαστεί. Το ασυνείδητο της ψυχανάλυσης μαρτυρά, μέσω των αντίστοιχων αποτελεσμάτων του, τα οποία πάντα παραβιάζουν, ανοίγουν τρύπα, την ενθύμηση μιας συνάντησης, όντως, αλλά μιας αποτυχημένης συνάντησης, με μια ικανοποίηση που θα ήταν η αρμόζουσα και που, άρα, δεν συνέβη ποτέ. Το ασυνείδητο είναι αυτή η επιμονή μιας αναφομοίωτης απώλειας που επαναλαμβάνεται και δεν μπορεί ούτε να αναπαρασταθεί ούτε να απεικονιστεί. Το σώμα είναι «μια επιφάνεια εγγραφής της [όπως θα την ονομάσουμε μαζί με τον Λακάν] απόλαυσης, η οποία δεν παύει να ξεφεύγει».7 Από αυτή την άποψη, η εικόνα του σώματος σκεπάζει το πραγματικό της απόλαυσης. Δίνει την ψευδαίσθηση, μέσω μιας νοητικής εικόνας (ο Λακάν περιέγραψε τη διαδικασία στο στάδιο του καθρέφτη), μιας ενότητας και πληρότητας του σώματος, ενώ η ενόρμηση που την εμψυχώνει είναι πάντα, κατά κάποιο τρόπο, ατελής, μερική, θα λέγαμε μαζί με τον Φρόιντ. Αυτή την εικόνα προσπαθούν να συλλάβουν οι νευροεπιστήμες μέσω της εγκεφαλικής απεικόνισης. Το παράδοξο είναι πως αυτή η εικόνα δεν είναι του σώματος αλλά εμπίπτει στο νοητικό, στο Εγώ ως ιδανική εικόνα του εαυτού. Πρόκειται για μια παραγνώριση των ιδιοτήτων του σώματος του ομιλ-όντος. Οι νευροεπιστήμες επεκτείνουν αυτή τη βούληση για παραγνώριση μέσω ενός ασύγκριτου τεχνικού οπλοστασίου. Από αυτή την άποψη, μπορούμε να πούμε ότι ο εγκέφαλος δεν γνωρίζει την ενόρμηση –με την έννοια ότι η ενόρμηση ανοίγει τρύπα στο γνωστικό πεδίο.
Το PIPOL 9 θα μας επιτρέψει να σκιαγραφήσουμε τα περιγράμματα αυτού ακριβώς του πραγματικού που μαρτυρά το ασυνείδητο. Θα πρέπει να μας επιτρέψει να ορίσουμε στενότερα αυτή την έννοια του ασυνειδήτου, σύμφωνα με την εποχή. Εμμένουμε, μαζί με τον Ζακ-Αλέν Μιλέρ, ότι πρέπει να το υποστηρίξουμε ως «κάτι που εξ-ίσταται [ek-sistant] από τις νόρμες του επιστημονικού λόγου, αν θέλουμε να σώσουμε την ψυχανάλυση».8 Γιατί, πράγματι, αυτό είναι που διακυβεύεται. Εάν, μέσα σε αυτό τον σαματά της ψευδούς βεβαιότητας, η φωνή της ψυχανάλυσης μπορεί να φανεί αδύναμη, η κραταιή δύναμη του πραγματικού του συμπτώματος υπόσχεται απογοητεύσεις σε αυτούς που θα στοιχημάτιζαν στην εξάλειψη και την τιθάσευσή του.
Η πρόταξη της ηθικής υπόθεσης του ασυνειδήτου της ψυχανάλυσης, μιας άλλης σκηνής όπου το υποκείμενο πασχίζει να αναγνωριστεί ως όμοιο προς τον εαυτό του, έχει συνέπειες σε ό,τι αφορά τη σχέση προς το ανθρώπινο. Ορίζει μια ηθική διάσταση που διέπει, εφεξής, το σύνολο των πρακτικών που σχετίζονται με αυτό.
Όλα τα πεδία του ανθρώπινου, συμπεριλαμβανομένης της τέχνης, υπακούν τώρα στο νευρο-παράδειγμα. Το παιδί –επίλεκτο αντικείμενο της εκπαίδευσης– είναι ο πρώτος στόχος. Αλλά, πλέον, καθώς η παιδική ηλικία επεκτείνεται, στόχος γίνεται το ομιλ-όν στο σύνολό του. Τίποτα από το εκτός του πεδίου της μάθησης δεν φαίνεται πια να βρίσκει μια θέση εδώ.9 Τα σχέδια, στον τομέα αυτό, χαρακτηρίζουν εξωφρενικοί στόχοι, που, στην καλύτερη περίπτωση, είναι μηδαμινοί, ενώ στη χειρότερη, ως προς την ηθική τους διάσταση, θίγουν ορισμένες αρχές ελευθερίας. Το PIPOL 9 θα είναι σε θέση να συλλέξει και να αποκαλύψει στην «πεφωτισμένη γνώμη» μερικά από αυτά.
Τέλος, το πεδίο της λεγόμενης ψυχικής υγείας είναι, προφανώς, στην πρώτη γραμμή κρούσης. Μπορεί το νευρο-παράδειγμα να παρουσιάζεται ως μετριοπαθές και γεμάτο με τις καλύτερες προθέσεις, οι κλινικοί, όμως, της λεγόμενης ψυχικής υγείας, στην Ευρώπη και πέραν αυτής, είναι σε θέση να βιώνουν πάνω στο πετσί τους την καταναγκαστική διόρθωση των πρακτικών, όπως αυτή διενεργείται παντού από τους πολιτικούς και τη διοίκηση. Όλες αυτές οι πολιτικές στοχεύουν ανοιχτά τον τομέα της μεταβίβασης και του ασυνειδήτου. Διότι είναι, πέραν αυτού, το πεδίο του συνόλου των πρακτικών της ομιλίας που βρίσκεται υπό απειλή.
Η ιδεολογία του αριθμού και το νευρο-παράδειγμα θεμελιώνουν λόγους χωρίς προοπτική, οι οποίοι παράγουν ένα σημασιολογικό κενό. Όπως επισημαίνει ο Λακάν, «η πρόοδος της επιστήμης προκαλεί την εξασθένηση της λειτουργίας του αιτίου»,10 με την έννοια ότι παράγεται ένα «θέλει κάτι να πει» εκεί όπου «διακόπτεται η εμπλοκή του υποκειμένου στη συμπεριφορά του».11 Συντείνουν, έτσι, στην απώλεια του νοήματος, τον αφανισμό των ηθικών αξιών και των πρακτικών που θεμελιώνονται στην αναζήτηση μιας αλήθειας. Τα αποτελέσματα τα βλέπουμε να ξεδιπλώνονται καθημερινά. Διαπερνούν τον ίδιο τον πολιτικό λόγο, όχι, βέβαια, χωρίς κινδύνους για το μέλλον. Δίχως τον προσανατολισμό της ψυχανάλυσης, η οποία είναι μια πρακτική που έχει τα θεμέλιά της στο κίνημα του Διαφωτισμού, το πεδίο φαίνεται ελεύθερο είτε για όλες τις μορφές του σκοταδισμού και εσωτερισμού είτε για τη νέα άνθηση του θρησκευτικού.
Το PIPOL 9 θα δώσει την ευκαιρία σε πάνω από εκατό σαράντα κλινικούς να αναδείξουν τις επιπτώσεις κοινής ωφέλειας των κλινικών πρακτικών οι οποίες βασίζονται ακόμη στην ηθική υπόθεση του ασυνειδήτου, σε ό,τι αφορά το πεδίο της ομιλίας και της γλώσσας. Θα προχωρήσει σε μια αναθεώρηση των συμπτωμάτων που παράγονται από αυτές τις νέες συντεταγμένες του λόγου της επιστήμης. Θα αποτελέσει, επίσης, μια ευκαιρία να αποκαλυφθεί, ενώπιον των σημερινών συμπτωμάτων, η έκταση της σύγχυσης που επέφερε στον τομέα ψυ η σταδιακή εξαφάνιση της διαλεκτικής των κλινικών σημείων αναφοράς προς όφελος της στατιστικής και νευροβιολογικής τους ταξινόμησης –σημείων αναφοράς που η ψυχανάλυση λακανικού προσανατολισμού μπόρεσε να διατηρήσει και να φέρει στο φως.
Δεν αμφισβητείται το γεγονός ότι υπάρχουν παρεμβάσεις στον εγκέφαλο οι οποίες μπορούν να αλλάξουν τις συμπεριφορές, να τις τροποποιήσουν. Αυτή είναι εξάλλου και η πηγή της ανησυχίας. Κανείς δεν αρνείται την πρόοδο που έχει επιτρέψει η επιστήμη στον ιατρικό τομέα, γενικότερα, και στον τομέα του εγκεφάλου, ειδικότερα. Ωστόσο, γίνεται ένα άλμα όταν εισερχόμαστε στο πεδίο της υποκειμενικότητας και του νοητικού. Η ψυχανάλυση θα υποστεί τις συνέπειες, εφόσον είναι ο τόπος στον οποίο απευθύνεται και μέσα στον οποίο ερμηνεύεται αυτό που αποτελεί το απόλυτο έλλειμμα που κατοικεί το ομιλούν ον.
Ως ψυχαναλυτές, γνωρίζουμε από την εμπειρία μας πως η συνάντηση με την απόλαυση και τις εκδηλώσεις της επιθυμίας –ακόμη κι αν αυτές παράγουν ίσως όντως ντοπαμίνη!– σχετίζεται με την απόλυτη ενδεχομενικότητα. Απόλαυση και επιθυμία είναι πάντα μοναδικές, δεν ανταποκρίνονται σε κανένα μοντέλο και δεν υπόκεινται παρά μόνο στον νόμο της καθαρής συνάντησης. Στο ομιλ-όν, στο πεδίο της σχέσης μεταξύ των φύλων τίποτα δεν υπόκειται σε ένα προκαθορισμένο πρόγραμμα –μονάχα η επινόηση έχει θέση εδώ. Αυτό υπέδειξε ο Λακάν με τον αφορισμό: Δεν υπάρχει σεξουαλική σχέση. Σε αυτό βασίζουμε την πυξίδα μας ως ψυχαναλυτές. Υπάρχει αυτό που αποκαλούμε διαταραγμένη απόλαυση –μια εγγενώς δυσλειτουργική απόλαυση- του ομιλ-όντος με το σώμα του. Έρχεται εμπόδιο στη σχέση μεταξύ των φύλων και σε κάθε δυνατότητα ηδονιστικής συμφιλίωσης. Αυτό το έλλειμμα βρίσκεται στον αντίποδα κάθε φυσικού ντετερμινισμού, προγράμματος ή υπολογίσιμου πραγματικού. Είναι της τάξης ενός πραγματικού που παραμένει στο έλεος της απόλυτης τυχαιότητας.
Η ψυχανάλυση προτείνει μια ηθική επιλογή: την υπόσχεση, απέναντι στον κάθε έναν που θέλει να τη δοκιμάσει, ότι δεν θα συγκριθεί ούτε θα «επανεκπαιδευτεί», ενώ του προτείνεται, ταυτόχρονα, να προσεγγίσει όσο πιο στενά γίνεται τις μοναδικές συντεταγμένες που θεμελιώνουν το ασυμβίβαστο της δικής του ενδεχομενικότητας. Ώστε να μπορέσει να προσανατολιστεί στη ζωή με αφετηρία τη λογική που καθορίζει τον δικό του, πάντα συμπτωματικό, τρόπο ύπαρξης, μακριά από τις αυταπάτες της ταύτισης.
Σε αυτή την επιλογή είναι που το PIPOL 9 θα ανοίξει διάπλατα τις πόρτες του, ενώ θα κοιτάξει κατάματα και θα διαλευκάνει εκείνο με το οποίο δεν έχει τίποτα το κοινό!
Yves Vanderveken
Διευθυντής του 5ου Συνεδρίου της EuroFédération de Psychanalyse
Μετάφραση : Δανάη Τόγια, Ελένη Ρηγούτσου
Επμέλεια : Άννα Πίγκου, Ελένη Τέντσου
Αυτό το σημείωμα αναπτύσσει τους άξονες που θα οργανώσουν το blog PIPOL9
*Αναφορά στο θεατρικό «Ο κατά φαντασίαν ασθενής» του Μολιέρου: Η Τουανέτ, υπηρέτρια, υποδύεται, σε σημείο του έργου, τον γιατρό και αποδίδει όλες τις ενοχλήσεις του κυρίου της στον πνεύμονά του. (Σ.τ.Μ.)
1. Dehaene S., Vers une science de la vie mentale, Εναρκτήριες διαλέξεις στο Collège de France, Fayard, 2018.
2. Naccache L., Le nouvel inconscient, Freud, le Christophe Colomb des neurosciences, Odile Jacob Poches, 2009.
3. Miller J.-A., «L’orientation lacanienne, Tout le monde est fou», διδασκαλία που διεξήχθη στο πλαίσιο του τμήματος ψυχανάλυσης του Πανεπιστημίου Paris VIII, μάθημα της 16ης Ιανουαρίου 2008, ανέκδοτο.
4. Miller J.-A., «L’orientation lacanienne, Tout le monde est fou», διδασκαλία που διεξήχθη στο πλαίσιο του τμήματος ψυχανάλυσης του Πανεπιστημίου Paris VIII, μάθημα της 23ης Ιανουαρίου 2008, ανέκδοτο.
5. Laurent É., L’envers de la biopolitique, Une écriture pour la jouissance, Navarin, Champ freudien, 2016, σ. 19.
6. Στο ίδιο, σ. 10.
7. Στο ίδιο, σ. 15.
8. Miller J.-A., «L’orientation lacanienne, Tout le monde est fou», διδασκαλία που διεξήχθη στο πλαίσιο του τμήματος ψυχανάλυσης του πανεπιστημίου Paris VIII, μάθημα της 9ης Φεβρουαρίου 2008, ανέκδοτο.
9. Lacan J., Le Séminaire, livre X, L’angoisse, Seuil, Παρίσι 2004, σ. 335.
10. Στο ίδιο, σ. 329.
11. Στο ίδιο, σ. 325